εὐβουλέα

εὐβουλέα
εὐβουλέᾱ , εὐβουλεύς
he of good counsel
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Εὐβουλέα — Εὐβουλέᾱ , Εὐβουλεύς he of good counsel masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιθύφαλλος — Ομοίωμα του ανδρικού γεννητικού μορίου, που έφεραν οι θιασώτες στα Μεγάλα Διονύσια ως σύμβολο της γονιμότητας και της αναπαραγωγής και ως ευχή για τον πολλαπλασιασμό των κατοίκων της πόλης. Στη γιορτή των Θεσμοφορίων, κατά την τέλεση δημόσιων… …   Dictionary of Greek

  • Δυσαύλης — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, καταγόταν από την Ελευσίνα, ήταν σύζυγος της Βαυβούς και πατέρας του Ευβουλέα, του Τριπτόλεμου, της Μίσας και της Πρωτονόης, οι οποίοι φιλοξένησαν την περιπλανώμενη Δήμητρα και της υπέδειξαν το σημείο… …   Dictionary of Greek

  • Πραξιτέλης — (4ος αι. π.X.). Αθηναίος γλύπτης, γιος του Κηφισόδοτου και πατέρας του Κηφισόδοτου και του Τιμάρχου, επίσης γλυπτών. Ο Πλίνιος τοποθετεί την ακμή του στην 104η Ολυμπιάδα (364 – 361) και ο Παυσανίας αναφέρει ότι έδρασε περίπου το 340. Περί τα μέσα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”